Εναν χρήσιµο οδηγό για τις άδειες που δικαιούνται όλοι οι εργαζόµενοι στον δηµόσιο και τον ιδιωτικό τοµέα της οικονοµίας παρουσιάζουν «ΤΑ ΝΕΑ» µε τη σηµαντική βοήθεια του ΚΕΠΕΑ-ΓΣΕΕ (Κέντρο Πληροφόρησης Εργαζοµένων – Ανέργων, http://www.kepea.gr).
Το ΚΕΠΕΑ έχει στελεχωθεί µε επιστήµονες και συνδικαλιστές φιλοδοξώντας να αποτελέσει ένα µέσο έγκυρης και έγκαιρης πληροφόρησης προς εργαζοµένους και ανέργους, Ελληνες και οικονοµικούς µετανάστες, για θέµατα εργασιακών σχέσεων, ασφαλιστικής νοµοθεσίας και µεταναστευτικής πολιτικής καθώς και για θέµατα απασχόλησης και κατάρτισης (γραφεία: Αινιάνος 3 & Πατησίων 69, Τ.Κ. 104 34, Αθήνα, τηλ. 210-8202.100, fax: 210-8202.186).
Στο αφιέρωµα παρουσιάζονται όλες οι λεπτοµέρειες για: Ετήσια άδεια Αποδοχές εργαζοµένου κατά την άδεια Απαγόρευση απασχόλησης κατά την άδεια Απαγόρευση απόλυσης κατά την άδεια Μεταφορά αδείας Αποδοχές αδείας σε περίπτωση λήξης σύµβασης Αδεια κατά τη στράτευση Αδεια µητρότητας Αδεια γάµου και γέννησης παιδιού Αδεια θηλασµού και φροντίδας παιδιών Ειδική άδεια µητρότητας Αδεια για τη φροντίδα υιοθετηµένων παιδιών Αδεια για µονογονεϊκές οικογένειες Αδεια για ασθένεια µελών οικογένειας Αδεια για παρακολούθηση σχολικής επίδοσης Γονική άδεια Αδεια λόγω θανάτου συγγενούς Σπουδαστική άδεια – άδεια για µεταπτυχιακό Αδεια φροντίδας παιδιού µε την παρένθετη µητρότητα Αδεια αναπήρων ∆ιευκρινίζεται ότι µέσω κλαδικών συµβάσεων εργασίας ή κανονισµών ενδέχεται να υπάρχουν ευνοϊκότερες διατάξεις για το καθεστώς των αδειών του προσωπικού.
Τι πρέπει να γνωρίζουν οι υπάλληλοι στον ιδιωτικό τοµέα
Ετησια ΑΔΕΙΑ
Ως βάση χορήγησης τηςετήσιας άδειας µε αποδοχές των εργαζοµένων είναι το ηµερολογιακό έτος, σύµφωνα µε τις τελευταίες ρυθµίσεις του, ενώ έχει ήδηκατοχυρωθεί το δικαίωµα λήψης αναλογικής άδειας από τον πρώτο µήνα απασχόλησης των εργαζοµένων. Ειδικότερα, προβλέπεται ότι όλοι οι εργαζόµενοι οι οποίοι συνδέονται µε σύµβαση ή σχέση εργασίας ορισµένου ή αορίστου χρόνου δικαιούνται να λάβουν ετήσια άδεια µε αποδοχές από τηνέναρξη της απασχόλησής τους σε συγκεκριµένηυπόχρεη επιχείρηση. Η άδεια αυτή χορηγείται από τον εργοδότη αναλογικώς (ποσοστό) µεβάση το χρονικό διάστηµαπου απασχολήθηκε ο εργαζόµενοςστον εργοδότη αυτόν. Η αναλογία της χορηγούµενης άδειας υπολογίζεται βάσει ετήσιας άδειας 20 εργάσιµων ηµερών επί πενθηµέρου εβδοµαδιαίας εργα σίας και 24 εργάσιµων ηµερών επί εξαηµέρου, η οποία αντιστοιχεί σε 12 µήνες συνεχούς απασχόλησης.
Παράλληλα, διευκρινίζεται πλήρως και συµπληρώνεται η διαδικασία λήψης της άδειας κατά τα δύο πρώτα ηµερολογιακά έτη της εργασιακής σχέσης του µισθωτού.
Η ετήσιαάδεια µεαποδοχές καθώς και τοεπίδοµα αδείαςδιέπονται και από τις λοιπές οικείεςδιατάξεις της εργατικήςνοµοθεσίας. Ως εκ τούτου,εξασφαλίζεται η συνέχεια της ισχύος των κείµενων διατάξεων που αφορούν τον µηχανισµό και τοντρόπο χορήγησης της άδειας και του επιδόµατος αδείας. Σε περίπτωση µη χορήγησης από τον εργοδότη λόγω υπαιτιότητάς του (άρνηση, πταίσµα, αµέλεια) της άδειας που δικαιούται ο εργαζόµενος εντός του ηµερολογιακού έτους, υποχρεούται να καταβάλει σ’ αυτόν τις αντίστοιχες αποδοχές αδείας µε προσαύξηση 100%, όχι όµως και του επιδόµατος αδείας.
1ο ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΟ Ετος
Καθιερώνεταιγια το πρώτο ηµερολογιακό έτος– εντός τουοποίου προσελήφθηο µισθωτός, υποχρέωση του εργοδότη να χορηγεί µέχρι την 31η ∆εκεµβρίουαναλογία – ποσοστό τωνηµερών αδείας που δικαιούται ο µισθωτός, βάσει του χρονικού διαστήµατος απασχόλησης στο έτος αυτό. Η αναλογία της άδειας, η οποία υπολογίζεται επί των 20 (επί πενθηµέρου) και των 24 (επί εξαηµέρου) ηµερών, θα πρέπει να χορηγείται από τον εργοδότη έως την31η ∆εκεµβρίου του ηµερολογιακού έτους πρόσληψης ακόµη και αν δεν έχει ζητηθεί από τους εργαζόµενους.
2ο ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΟ Ετος
Κατάτο δεύτεροηµερολογιακό έτος, ο µισθωτός δικαιούται να λάβει τµηµατικά την άδειά του, η οποία αναλογεί στον χρόνοαπασχόλησής του,στο δεύτερο αυτό έτος, στον οικείο εργοδότη. Η αναλογία της άδειας υπολογίζεται εκνέου, όπως και κατά το πρώτο ηµερολογιακό έτος, µεβάση τις 20 ηµέρες επί πενθηµέρουκαι τις 24ηµέρες επί εξαηµέρου. Κατά τηδιάρκεια του έτους αυτού και κατάτο χρονικό σηµείο συµπληρώσεως 12 µηνών από την ηµεροµηνία πρόσληψης, η άδεια επαυξάνεται κατά µία εργάσιµη ηµέρα. Ως εκτούτου, η άδεια κατά το δεύτερο ηµερολογιακό έτος, η οποία θα πρέπει να χορηγηθεί από τον εργοδότη αναλογικώς ή ολόκληρη στο τέλος, έως την 31η ∆εκεµβρίου του έτους αυτού, φθάνειστο ύψοςτων 21 επί πενθηµέρου και 25 επίεξαηµέρου εργάσιµων ηµερών.
3ο ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΟ Ετος
Κατά το τρίτο ηµερολογιακό έτος, καθώς και τα επόµενα, ο µισθωτός δικαιούται να λάβει ολόκληρητην ετήσια άδειά του και σε κάθε χρονικό σηµείο του έτους αυτού. Η άδεια αυτή θα φθάσειτις 22 ηµέρες επί πενθηµέρου και τις 26 επί εξαηµέρου, εάν έχουνσυµπληρωθεί δύο έτη απασχόλησης εντός του τρίτου αυτού ηµερολογιακού έτους.
ΠΟΙΕΣ ΗΜΕΡΕΣ ΥΠΟΛΟΓΙΖΟΝΤΑΙ
Στην άδεια υπολογίζονταιµόνο οι εργάσιµες ηµέρες. ∆εν συµπεριλαµβάνονται οι Κυριακές, οι αργίες και οι ηµέρες ασθενείας (κατά τις οποίες ο µισθωτόςπαρέµεινε στο σπίτι του ήνοσηλεύτηκε σενοσοκοµείο), που εµπίπτουν στο διάστηµα της άδειας. Για τους µισθωτούς πενθήµερης εργασίας δεν περιλαµβάνεται στον αριθµό ηµερών αδείας η ηµέρα της εβδοµάδας κατά την οποία δεν παρέχουν εργασία λόγω πενθηµέρου.
Η άδεια χορηγείται ολόκληρη. Επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση η κατάτµηση τουχρόνου αδείας εντός του ίδιου ηµερολογιακού έτους σε δύο περιόδους, εξαιτίας ιδιαίτερα σοβαρής ή επείγουσας ανάγκης της επιχείρησης ήεκµετάλλευσης και έπειτα από έγκριση της οικείας Επιθεώρησης Εργασίας. Σε κάθε περίπτωση η πρώτη περίοδος της άδειας δεν µπορεί να περιλαµβάνειλιγότερες τωνέξι εργάσιµων ηµερών επί εξαηµέρου εβδοµαδιαίαςεργασίας και των πέντε εργάσιµων ηµερών επί πενθηµέρου ή προκειµένου περί ανηλίκων των δώδεκα εργάσιµων ηµερών. Η κατάτµηση του χρόνου αδείας επιτρέπεται και σε περισσότερες των δύο περιόδων, απότις οποίεςη µία πρέπει να περιλαµβάνειτουλάχιστον δώ δεκα εργάσιµες ηµέρες επί εξαηµέρου εβδοµαδιαίας εργασίας και δέκα εργάσιµες ηµέρες επί πενθηµέρου ή προκειµένου περί ανηλίκων δώδεκα εργάσιµες ηµέρες, έπειτα από έγγραφη αίτηση του µισθωτού προς τονεργοδότη. Η αίτηση αυτή για την οποία δεν απαιτείται έγκριση από την αρµόδια υπηρεσία του ΣΕΠΕ διατηρείται στην επιχείρηση επί πέντε έτη καιπρέπει να είναι στηδιάθεση τωνεπιθεωρητών εργασίας.
ΑΠΟΔΟΧΕΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥ ΚΑΤΑ την ΑΔΕΙΑ
Κατά τη διάρκεια της άδειαςο µισθωτός δικαιούται να λάβει από τον εργοδότητις «συνήθεις αποδοχές» που θα ελάµβανε αν πραγµατικά απασχολούνταν στηνεπιχείρηση κατά τον αντίστοιχο χρόνο της άδειάς του. Στην έννοια των συνήθων αποδοχών περιλαµβάνεται, ό,τι καταβάλλεται στον µισθωτό τακτικά και µόνιµα ως αντάλλαγµα της εργασίας του,τόσο ο πάγιος µισθός ή το ηµεροµίσθιο όσο και κάθε είδους πρόσθετες συµπληρωµατικές παροχές, είτε σε χρήµα είτε σε είδος (όπως λ.χ. τροφή, κατοικία, ποσοστά, επιδόµατα κ.λπ.). Εκτός από τις αποδοχές της άδειας ο µισθωτόςδικαιούται και επίδοµα αδείας. Τοεπίδοµα αδείαςδεν µπορεί να υπερβεί για όσους αµείβονται µε µισθό τον µισό µισθό και για όσους αµείβονται µε ηµεροµίσθιο τα 13 ηµεροµίσθια.
ΑΔΕΙΑ ΓΑΜΟΥ & Γεννησης παιδιού
Ολοι οι εργαζόµενοι δικαιούνται άδεια γάµου 5εργάσιµων ηµερών για όσους εργάζονται µε πενθήµερο και 6 εργάσιµων ηµερών µε αποδοχές για αυτούς που εργάζονται µε εξαήµερο. Επίσης,σε περίπτωση γέννησης παιδιού ο πατέρας δικαιούται δύο ηµέρες άδεια µε αποδοχές για κάθε παιδί. Οι άδειες αυτές είναιπρόσθετες και δεν συµψηφίζονται µετις ηµέρες κανονικής άδειας. Με ευνοϊκότερες κλαδικές συλλογικές συµβάσεις εργασίας δίνεταιάδεια γάµου µεγαλύτερη των 5 ηµερών π.χ. 6 ηµέρες για λογιστές, προσωπικό Α.Ε. – ΕΠΕ επιχειρήσεων, προσωπικό καταστηµάτων, σούπερ µάρκετ, προσωπικό κλινικών καινοσηλευτικών ιδρυµάτων,7 ηµέρες γιαεπιχειρήσεις πετρελαίου – υγραερίου, 9 ήµερες για κλωστοϋφαντουργούς, 10 ηµέρες γιαατµοπλοϊκές -πρακτορικές επιχειρήσεις, αρχιτέκτονες, πολιτικούς µηχανικούς, αγρονόµους -τοπογράφους- µηχανικούς µε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, µηχανολόγους – ηλεκτρολόγους ΕΜΠ κ.λπ.
ΑΔΕΙΑ ΜΗΤΡΟΤΗΤΑΣ
Οι εργαζόµενες µητέρες δικαιούνται άδεια µητρότητας συνολικής διάρκειας 17 εβδοµάδων. Οι 8εβδοµάδες χορηγούνται υποχρεωτικά πριν από την πιθανή ηµεροµηνία τοκετού και οι υπόλοιπες 9 µετά τον τοκετό. Σε περίπτωση που ο τοκετός πραγµατοποιηθεί σε προγενέστερη από την πιθανή ηµεροµηνία, το υπόλοιπο της άδειας χορηγείται µετά τον τοκετό, ώστε να συµπληρωθούν οι 17 εβδοµάδες.
ΑΔΕΙΑ ΘΗΛΑΣΜΟΥ & ΦΡΌΝΤΙΔΑΣ ΠΑΙΔΙΩΝ
Οι εργαζόµενες µητέρες δικαιούνται: (α) Για το χρονικό διάστηµα 30 µηνών από τη λήξη της άδειας λοχείας, δηλαδή 9 εβδοµάδες µετά τον τοκετό, είτε να προσέρχονται αργότερα είτε να αποχωρούν νωρίτερα κατά µία ώρα κάθε ηµέρα από την εργασία τους.
(β) Εναλλακτικά, µε συµφωνία του εργοδότη, το ηµερήσιο ωράριο των µητέρων µπορεί να ορίζεταιµειωµένο κατά δύο ώρες ηµερησίως για τους πρώτους δώδεκα µήνες και σε µία ώρα ηµερησίως για έξι επιπλέον µήνες.
ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ Χρηση μειώμενου ωραρίου ώς άδειας για την φροντίδα του παιδιού
Το µειωµένο ωράριο – «άδεια» θηλασµού και φροντίδας παιδιών δικαιούται ο/η εργαζόµενος/η µε αίτησή του/της να το ζητήσει εναλλακτικά ως συνεχόµενη ισόχρονη άδεια µε αποδοχές εντός τηςχρονικής περιόδου κατά την οποίαδικαιούται µειωµένο ωράριο για τηφροντίδα του παιδιού.
Στην άδεια δεν συµπεριλαµβάνονται Κυριακές, αργίες και ηµέρες ασθενείας
Διπλασιασµός αποδοχών αδείας
αν από υπαιτιότητα του εργοδότη δεν χορηγηθεί η άδεια µέχρι το τέλος του ηµερολογιακού έτους, ο εργαζόµενος δικαιούται τις αποδοχές αδείας αυξηµένες στο 100% (διπλάσιο).
∆εν διπλασιάζεται όµως το επίδοµα αδείας
Απαγόρευση απόλυσης και απασχόλησης κατά την περίοδο αδείας
Απαγορεύεται από τον νόµο η καταγγελία σύµβασης κατά τη διάρκεια της άδειας του µισθωτού από τον εργοδότη. Η απαγόρευση είναι απόλυτη και δεν επιτρέπει την απόλυση για οποιονδήποτε λόγο.
Σε περίπτωση που γίνει, θεωρείται άκυρη
Απαγορεύεται από τον νόµο η απασχόληση των µισθωτών κατά τη διάρκεια της άδειάς τους
Την άδεια απουσίας για λόγους φροντίδας παιδιού µπορεί εναλλακτικά να ζητήσει και ο πατέρας, εφόσον δεν κάνει χρήση η εργαζόµενη µητέρα. Το µειωµένο ωράριο για τη φροντίδα των παιδιών θεωρείται και αµείβεται ως χρόνος εργασίας και δεν πρέπει να δηµιουργεί δυσµενέστερες συνθήκες στην απασχόληση και στις εργασιακές σχέσεις
Αποδοχές αδείας σε περίπτωση λήξης σύµβασης
Εάν λήξει η σύµβαση εργασίας µε οποιονδήποτε τρόπο (απόλυση, παραίτηση, θάνατος εργαζοµένου, λήξη σύµβασης ορισµένου χρόνου) και ο εργαζόµενος δεν είχε πάρει την κανονική του άδεια που του οφείλεται, τότε δικαιούται τις αποδοχές τις οποίες θα έπαιρνε αν του είχε χορηγηθεί η άδεια. αποζηµίωση αδείας και επίδοµα αδείας, αναλόγως προς τον χρόνο υπηρεσίας. α) Κατά το πρώτο ηµερολογιακό έτος που έγινε η πρόσληψή του, δικαιούται να λάβει 2 ηµεροµίσθια ή 2/25 του µισθού για κάθε µήνα απασχόλησης, όπως και 2 ηµεροµίσθια σαν επίδοµα αδείας (µε τον περιορισµό του µισού µισθού ή των 13 ηµεροµισθίων). β) Κατά το δεύτερο ηµερολογιακό έτος, ο µισθωτός επίσης δικαιούται 2 ηµεροµίσθια ή 2/25 του µισθού για κάθε µήνα απασχόλησης, όπως και 2 ηµεροµίσθια σαν επίδοµα αδείας (µε τον περιορισµό του µισού µισθού ή των 13 ηµεροµισθίων). γ) Κατά το τρίτο ηµερολογιακό έτος και για τα επόµενα οφείλονται αποδοχές πλήρους αδείας και επιδόµατος αδείας, που αντιπροσωπεύουν αυτές που θα δικαιούνταν ο µισθωτός εάν έπαιρνε την άδειά του κατά το χρονικό διάστηµα της λύσης της σχέσης εργασίας.
Ειδική άδεια προστασίας µητρότητας
Οι εργαζόµενες µητέρες οι οποίες είναι ασφαλισµένες στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και απασχολούνται σε επιχειρήσεις ή εκµεταλλεύσεις µε σχέση εξαρτηµένης εργασίας, ορισµένου ή αορίστου χρόνου, µε πλήρη ή µερική απασχόληση, δικαιούνται ειδική άδεια προστασίας µητρότητας χρονικής διάρκειας έξι µηνών. Η άδεια αυτή χορηγείται στις εργαζόµενες µετά τη λήξη της άδειας µητρότητας (τοκετού – λοχείας), της ισόχρονης προς το µειωµένο ωράριο άδειας, καθώς επίσης και στις εργαζόµενες που αµέσως µετά τα ανωτέρω διαστήµατα κάνουν χρήση της ετήσιας κανονικής άδειας, εφόσον αυτό είναι απαραίτητο µε βάση της ετήσιες προθεσµίες για τη χορήγησή της. Το δικαίωµα αυτό ασκείται εντός 60 ηµερών από τη λήξη των ανωτέρω αδειών. ∆ικαιούχοι της ειδικής άδειας προστασίας µητρότητας είναι και οι εργαζόµενες που κατά την ηµέρα δηµοσίευσης του νόµου, δηλαδή στις 3-4-2008 βρίσκονταν σε άδεια µητρότητας (τοκετού – λοχείας) ή σε ισόχρονη προς το µειωµένο ωράριο άδεια. Μετά τη λήξη της ειδικής άδειας προστασίας της µητρότητας, η εργαζόµενη δικαιούται να κάνει χρήση του µειωµένου ωραρίου όπως αυτό ισχύει. Η άδεια αυτή είναι µε αποδοχές που είναι ίσες µε τον κατώτατο µισθό όπως ορίζεται κάθε φορά µε βάση την ΕΓΣΕΕ και φορέας καταβολής είναι ο ΟΑΕ∆. Ο ΟΑΕ∆ υποχρεούται να αποδίδει στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ τις προβλεπόµενες εισφορές για τον κλάδο σύνταξης, παρακρατώντας την προβλεπόµενη εργατική εισφορά που βαρύνει τον εργαζόµενο µαζί µε την εργοδοτική εισφορά που βαρύνει τον ΟΑΕ∆.
ΦΡΟΝΤΙΔΑ ύιόθετημενών ΠΑΙΔΙΩΝ
Το δικαίωµα διακοπής της εργασίας ή καθυστερηµένης προσέλευσης ή πρόωρηςαποχώρησης της µητέρας και εναλλακτικά του πατέρα έχουνκαι οι θετοί γονείς παιδιών ηλικίας έως 6 ετών, την άδεια φροντίδας παιδιού δικαιούνται και οι άγαµοι γονείς, µε χρονική αφετηρία την ηµεροµηνία της υιοθεσίας. ΦΡΌΝΤΙΔΑ ΠΑΙΔΙΌΎ με ΠΑΡΕΝΘΕΤΗ ΜΗΤΡΌΤΗΤΑ
Σε περίπτωση απόκτησης παιδιού µε τη διαδικασία της παρένθετης µητρότητας, οι αποκτώντες γονείς δικαιούνται τις άδειες που αφορούν τη φροντίδα και την ανατροφή του παιδιού ως εάν ήταν φυσικοί γονείς. Κατά τη διάρκεια του θηλασµού, το µειωµένο ωράριο όπως ισχύει δικαιούνται ηγυναίκα που γέννησε και η αποκτώσα µητέρα.
ΓΌΝΙΚΗ ΑΔΕΙΑ
Η γονική άδεια χορηγείται στους εργαζοµένους µε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ή σχέση έµµισθης εντολής σε επιχειρήσεις ή εκµεταλλεύσεις ανεξάρτητα του αριθµού απασχολουµένων. Αφορά τους εργαζοµένους και των δύο φύλων που έχουν υποχρεώσεις προς εξαρτώµενα από αυτούς παιδιά ή άλλα µέλη της οικογένειάς τους που έχουν ανάγκη τις φροντίδες ή την υποστήριξή τους, ώστε να διευκολύνεται η προετοιµασία για την είσοδο στην απασχόληση, η διατήρησή της, καθώς και η επαγγελµατική τους εξέλιξη. Ο γονέας που έχει τις παραπάνω προϋποθέσεις και έχει συµπληρώσει 1 έτος εργασίας στον ίδιο εργοδότη δικαιούται να λάβει γονική άδεια ανατροφής παιδιού στο χρονικό διάστηµα από τη λήξη της άδειας µητρότητας µέχρις ότου το παιδί συµπληρώσει την ηλικία των 3½ ετών. Η άδεια αυτή είναι χωρίς αποδοχές, η διάρκειά της µπορεί να φθάσει τους 3½ µήνες για κάθε γονέα και δίνεται από τον εργοδότη µε βάση προτεραιότητας των απασχολουµένων στην επιχείρηση για κάθε ηµερολογιακό έτος.
Οι παραπάνω ρυθµίσεις ισχύουν και για τους απασχολουµένους στο ∆ηµόσιο, τα ΝΠ∆∆ και τους Οργανισµούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Σε περίπτωση που υπάρχουν περισσότερα παιδιά, το δικαίωµα των γονέων είναι αυτοτελές για το καθένα απ’ αυτά, εφόσον από τη λήξη της άδειας που δόθηκε για το προηγούµενο παιδί µεσολάβησε ένας χρόνος πραγµατικής απασχόλησης στον ίδιο εργοδότη. Το δικαίωµα λήψης της άδειας έχουν και όσοι έχουν υιοθετήσει παιδί. Σε περίπτωση διαστάσεως ή διαζυγίου ή χηρείας ή γεννήσεως τέκνου εκτός γάµου, τη γονική άδεια και µέχρι 6 µηνών δικαιούται ο γονιός που έχει την επιµέλεια του παιδιού. Μετά τη λήξη της γονικής άδειας ανατροφής, ο εργαζόµενος δικαιούται να επανέλθει στην εργασία του στην ίδια ή σε παρόµοια θέση, η οποία δεν µπορεί σε καµιά περίπτωση να είναι κατώτερη από αυτήν που κατείχε πριν πάρει τη γονική άδεια ανατροφής. Ο χρόνος αποχής από την εργασία λόγω γονικής άδειας ανατροφής υπολογίζεται ως χρόνος πραγµατικής υπηρεσίας για τον υπολογισµό αποδοχών τους (επιδόµατα προϋπηρεσίας κ.λπ.), για τη χορήγηση της ετήσιας κανονικής άδειας απουσίας και του επιδόµατος αδείας, καθώς και για τον υπολογισµό της αποζηµιώσεως σε περίπτωση απολύσεως. Με το άρθρο 5 του Ν. 2335/95 προβλέπεται ότι ως χρόνος ασφαλίσεως υπολογίζεται και ο χρόνος γονικής άδειας ανατροφής παιδιών. Σχετικά µε την καταβολή εισφορών, δικαιούται αυτόν τον χρόνο ο εργαζόµενος να συνεχίσει την ασφάλισή του, αλλά καταβάλλοντας το σύνολο των εισφορών. Το 1998 για πρώτη φορά µπήκε διάταξη σύµφωνα µε την οποία η καταγγελία σύµβασης που γίνεται εξαιτίας της ασκήσεως του δικαιώµατος για λήψη γονικής άδειας είναι άκυρη.
ΑΣΘΕΝΕΙΑ ΜΕΛΩΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ
Στην περίπτωση ασθένειας εξαρτώµενων παιδιών χορηγείται άδεια µε τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) ο εργαζόµενος γονέας θα πρέπει να απασχολείται µε σχέση εξαρτηµένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου σε επιχείρηση ή εκµετάλλευση, ανεξάρτητα αν έχει συµπληρώσει υπηρεσία ενός έτους στον ίδιο εργοδότη και β) ύπαρξη ασθενείας εξαρτωµένων από αυτόν µελών της οικογένειάς του. Εξαρτώµενα πρόσωπα είναι: παιδιά µέχρι 16 ετών – φυσικά ή υιοθετηµένα – και άνω των 16 εφόσον πάσχουν από βαριά ασθένεια ή αναπηρία, σύζυγος που δεν µπορεί να αυτοεξυπηρετηθεί, γονείς ή ανύπαντρα αδέλφια που δεν µπορούν να αυτοεξυπηρετηθούν. Η άδεια αυτή είναι χωρίς αποδοχές, µπορεί να χορηγηθεί εφάπαξ ή και τµηµατικά και η διάρκειά της δεν µπορεί να ξεπεράσει τις 6 εργάσιµες ηµέρες κάθε ηµερολογιακό έτος, εάν ο δικαιούχος προστατεύει ένα παιδί, µε δυνατότητα αύξησής της σε 8 εργάσιµες ηµέρες εάν ο δικαιούχος προστατεύει δύο παιδιά.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΥΓΓΕΝΟΥΣ
Στους εργαζοµένους µε εξαρτηµένη σχέση εργασίας χορηγείται άδεια δύο ηµερών µε αποδοχές σε περίπτωση θανάτου συζύγου, τέκνων, γονέων και αδελφών. Χορηγείται η συγκεκριµένη άδεια όχι µόνο στους εξ αίµατος, αλλά και στους εξ αγχιστείας συγγενείς στην ίδια γραµµή και στον ίδιο βαθµό.
Πώς βγαίνουν οι άδειες στον δηµόσιο τοµέα
(1) Οι δηµόσιοι υπάλληλοι δικαιούνται κανονική άδεια µε αποδοχές δύο µήνες µετά τον διορισµό τους.
Η άδεια ορίζεται σε δύο ηµέρες για κάθε µήνα υπηρεσίας και δεν µπορεί να υπερβεί συνολικά τον αριθµό των ηµερών κανονικής άδειας που δικαιούνται µε τη συµπλήρωση ενός έτους δηµόσιας πραγµατικής υπηρεσίας.
(2) Οι δηµόσιοι υπάλληλοι, µετά τη συµπλήρωση ενός έτους πραγµατικής δηµόσιας υπηρεσίας, δικαιούνται κανονική άδεια απουσίας µε αποδοχές,η διάρκειατης οποίας ορίζεται σε είκοσι εργάσιµες ηµέρες αν ακολουθούν εβδοµάδα πέντε εργάσιµων ηµερών και είκοσι τέσσερις εργάσιµες ηµέρες αν ακολουθούν εβδοµάδα έξι εργάσιµων ηµερών.
Ο χρόνος της κανονικής άδειας επαυξάνεται κατά µία εργάσιµη ηµέρα για κάθε έτος απασχόλησης και µέχρι τη συµπλήρωση τουανώτατου ορίου των είκοσι πέντε ή τριάντα εργάσιµων ηµερών προκειµένου για πενθήµερη ή εξαήµερη εβδοµάδα εργασίας, αντίστοιχα.
(3) Μεαπόφασητου υπουργού Εσωτερικών, ∆ηµόσιας ∆ιοίκησης και Αποκέντρωσης µπορεί να προσαυξάνεται ώς τέσσερις εργάσιµες ηµέρες ο αριθµός των ηµερών κανονικής άδειαςτων υπαλλήλων που υπηρετούν σε παραµεθόριες περιοχές.
(4) Οι διατάξειςτων προηγούµενων παραγράφων δεν εφαρµόζονται σε όσους έχουν κατά τις κείµενες διατάξεις διακοπές εργασίας. Οι υπάλληλοι αυτοί µπορούν, εφόσον συντρέχουν σοβαροίλόγοι ανάγκης, να παίρνουνκανονική άδεια µε αποδοχές ώςδέκα εργάσιµες ηµέρες κατ’ έτος.
(5) Με προεδρικό διάταγµα, που εκδίδεται µε πρόταση των υπουργών Εσωτερικών, ∆ηµόσιας ∆ιοίκησης και Αποκέντρωσης – Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, προσαυξάνεται η κανονική άδεια τωνυπαλλήλων που απασχολούνται σε επικίνδυνες και ανθυγιεινές εργασίες. Με το ίδιο προεδρικό διάταγµα καθορίζονται οι προϋποθέσεις και ο αριθµός των ηµερών προσαύξησης της κανονικής άδειας.
κανονικη αδεια (1) ∆εκαπέντε ηµέρες από την κανονική άδεια χορηγούνται υποχρεωτικά, εφόσον το ζητήσει ο υπάλληλος, από 15 Μαΐου έως 31 Οκτωβρίου. Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει σε υπηρεσίες οι οποίες έχουν καθοριστεί µε απόφαση του οικείου υπουργού και κατά την περίοδο αυτή βρίσκονται στην αιχµή της λειτουργίας τους ή λειτουργούν σε εικοσιτετράωρη βάση. Οταν µε αίτηση του υπαλλήλου ολόκληρη η άδεια χορηγείται εκτός από την περίοδο αυτή, προσαυξάνεται κατά πέντε εργάσιµες ηµέρες. Η προσαύξηση αυτή δεν χορηγείται όταν ο υπάλληλος κάνει χρήση της κανονικής του άδειας κατά την περίοδο των Χριστουγέννων και του Πάσχα.
(2) Η υπηρεσία,στην οποία ανήκει ο υπάλληλος, χορηγείυποχρεωτικά σε αυτόν µέσαστο δεύτερο εξάµηνο κάθε έτους τηνκανονική άδεια που δικαιούται και αν ακόµα δεν τη ζητήσει.
(3) Επιτρέπεται να µη χορηγείται, να περιορίζεται ή να ανακαλείται η κανονική άδεια προκειµένου να αντιµετωπιστούν έκτακτες ανάγκες της υπηρεσίας, έπειτα όµως από έγκριση του οργάνου που προΐσταται εκείνου το οποίο είναι αρµόδιο για τη χορήγηση της άδειας. Αν δεν υπάρχει, αποφασίζει το αρµόδιο για τη χορήγηση της άδειας όργανο.
(4) Η άδεια που δεν χορηγήθηκε κατ’ εφαρµογή της προηγούµενης παραγράφου χορηγείται υποχρεωτικά το επόµενο έτος.
δικαιωμα ειδικης αδειας (1) Οι υπάλληλοι έχουν δικαίωµα άδειας απουσίας µε αποδοχές πέντε εργάσιµων ηµερών σε περίπτωση γάµου και τριών εργάσιµων ηµερών σε περίπτωση θανάτου συζύ γου τους ή και συγγενούς έως και β’ βαθµού. Επίσης δικαιούνται κατόπιν τεκµηριωµένης αίτησης ειδική άδεια µε αποδοχές διάρκειας µίας έως τριών ηµερών, κατά περίπτωση, για την άσκηση του εκλογικού δικαιώµατος ή για τη συµµετοχή σε δίκη ενώπιον οποιουδήποτε δικαστηρίου.
(2) Υπάλληλοι που πάσχουν ή έχουν σύζυγο ή τέκνο που πάσχει από νόσηµα το οποίο απαιτεί τακτικές µεταγγίσεις αίµατος ή χρήζει περιοδικής νοσηλείας δικαιούνται ειδική άδεια µε αποδοχές έως είκοσιδύο εργάσιµες ηµέρεςτον χρόνο. Με προεδρικό διάταγµα,που εκδίδεται έπειτα από πρόταση των υπουργών Εσωτερικών, Δηµόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης – Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, καθορίζονται τα νοσήµατα του προηγούµενου εδαφίου.
(3) Η άδεια της προηγούµενης παραγράφου χορηγείται και σε υπαλλήλους που έχουν τέκνα πουπάσχουν από βαριά νοητικήυστέρηση ή σύνδροµο Down.
(4) Υπάλληλοι µε ποσοστό αναπηρίας 50% και άνω δικαιούνται από την υπηρεσία κάθε ηµερολογιακό έτος άδεια µε αποδοχές έξι εργάσιµων ηµερών επιπλέον της κανονικής τους άδειας.
(5) Υπάλληλος ο οποίος ανταποκρίνεται σε πρόσκληση από υπηρεσία αιµοληψίας για κάλυψη έκτακτης ανά γκης καθώς και υπάλληλος ο οποίος µετέχει σε οργανωµένη οµαδική αιµοληψία δικαιούνται ειδική άδεια απουσίας, µε πλήρεις αποδοχές, δύο ηµερών.
(6) Υπάλληλος ο οποίος χειρίζεται ηλεκτρονικό υπολογιστή καιαπασχολείται µπροστά σε οθόνη οπτικής καταγραφής γιαχρονικό διάστηµα µεγαλύτερο των πέντε ωρών του ηµερήσιου ωραρίουεργασίας δικαιούται µηχανογραφική άδεια, µετά πλήρων αποδοχών, µίας ηµέρας ανά δίµηνο. Η άδεια χορηγείται υποχρεωτικά µέσα στο δίµηνο το οποίο αφορά. Εφόσον ηάδεια αυτή δεν εξαντληθεί στο διάστηµα αυτό, δεν µεταφέρεται ούτε καταβάλλεται αποζηµίωση στον υπάλληλο. Αδειες χωρις Αποδοχες
(1) Επιτρέπεται η χορήγηση στον υπάλληλο, έπειτα από αίτησή του, άδειας χωρίς αποδοχές, εφόσον οι ανάγκες της υπηρεσίας το επιτρέπουν. Η άδεια αυτή δενµπορεί να υπερβεί τον ένανµήνα εντός του ίδιου ηµερολογιακού έτους.
(2) Στους υπαλλήλους επιτρέπεται η χορήγηση άδειας χωρίς αποδοχές συνολικής διάρκειας έως δύο ετών, ύστερα από αίτησή τους και γνώµη του υπηρεσιακού συµβουλίου, για σοβαρούς ιδιωτικούς λόγους.
(3) Υπάλληλος του οποίου σύζυγος υπηρετεί στο εξωτερικό σε ελληνική υπηρεσία του Δηµοσίου, νοµικού προσώπου δηµοσίου δικαίου ή άλλου φορέα του δηµόσιου τοµέα ή σε υπηρεσία ή φορέα της Ευρωπαϊκής Ενωσης ή σε διεθνή οργανισµό, στον οποίο µετέχει και η Ελλάδα, δικαιούται να πάρει άδεια χωρίς αποδοχές µέχρι έξι έτη συνεχώς ή και τµηµατικά, εφόσον έχει συµπληρώσει διετή πραγµατική υπηρεσία.
(4) Στον υπάλληλο που αποδέχεται θέση στην Ευρωπαϊκή Ενωση ή σε διεθνή οργανισµό, στον οποίο µετέχει η Ελλάδα, χορηγείται έπειτα από γνώµη του υπηρεσιακού συµβουλίου άδεια χωρίς αποδοχές µέχρι πέντε έτη, η οποία µπορείνα παραταθεί µε την ίδια διαδικασία για µία ακόµα πενταετία. Αν ο υπάλληλοςδεν εµφανιστεί να αναλάβει καθήκοντα µέσα σε δύο µήνες από τη λήξη της άδειας, θεωρείται ότι παραιτήθηκε αυτοδικαίως από την υπηρεσία. (5) Ο χρόνος της άδειας χωρίς αποδοχές αποτελεί χρόνο πραγµατικής υπηρεσίας µόνο στις περιπτώσεις των παραγράφων 1 και 4 του παρόντος άρθρου.
(6) Κατά τη διάρκεια της άδειας της παρ. 4 του άρθρου αυτού ο υπάλληλος υποχρεούται να καταβάλλει τις νόµιµες κρατήσεις για κύρια και επικουρική ασφάλιση καιστα ταµεία πρόνοιας, οι οποίεςαντιστοιχούν στον βαθµό ή τον µισθό της υπηρεσίας στην οποία ανήκει οργανικά.
Οσοι υπηρετούν σε παραµεθόριες περιοχές δικαιούνται αύξηση έως τέσσερις ηµέρες
Υπάλληλος ο οποίος χειρίζεται ηλεκτρονικό υπολογιστή και απασχολείται µπροστά σε οθόνη οπτικής καταγραφής για χρονικό διάστηµα µεγαλύτερο των πέντε ωρών του ηµερήσιου ωραρίου εργασίας δικαιούται µηχανογραφική άδεια, µετά πλήρων αποδοχών, µίας ηµέρας ανά δίµηνο.
Η άδεια χορηγείται υποχρεωτικά µέσα στο δίµηνο το οποίο αφορά
ΤΑ ΝΕΑ