Σε νέο εργασιακό περιβάλλον θα πρέπει να προσαρμοσθούν οι μισθωτοί από 1/1/2011, σε μια κλασική εργατούπολη όπως είναι ο Βόλος. νομος 3899
Συνθήκες που επικρατούσαν στη χώρα μας πολλές δεκαετίες πριν, θα φέρει στους εργαζόμενους ο Νόμος 3899/17-12-2010 «Επείγοντα μέτρα εφαρμογής του προγράμματος στήριξης της ελληνικής οικονομίας».
Με το άρθρο 13 του ανωτέρου νόμου καθιερώνονται για πρώτη φορά οι ειδικές επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας οι οποίες θα υπερισχύουν από τις αντίστοιχες κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, χωρίς περιορισμούς. Αυτό σημαίνει ότι ο ελάχιστος βασικός μισθός μπορεί να είναι 740,00 € για έναν εργαζόμενο με σύμβαση αορίστου χρόνου και πλήρης απασχόλησης. Όπως αντιλαμβάνεσθε οι εργαζόμενοι με μερική απασχόληση θα έχουν χαμηλότερες αποδοχές από τα 740,00 €. Δύναται πλέον να ρυθμίζονται ο αριθμός των θέσεων εργασίας, οι όροι και οι προϋποθέσεις μερικής απασχόλησης, εκ περιτροπής εργασίας και διαθεσιμότητας, καθώς και κάθε άλλος όρος εφαρμογής της, περιλαμβανομένης της διάρκειάς τους. Πρακτικά οι εργοδότες δεν δεσμεύονται από το νόμο να προχωρήσουν σε απολύσεις υψηλόμισθων μισθωτών και να προβούν σε προσλήψεις νέων υπαλλήλων με τον ελάχιστο βασικό μισθό.
Η ειδική επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση μπορεί να καταρτιστεί και από εργοδότη που απασχολεί λιγότερους από πενήντα (50) εργαζόμενους, με το αντίστοιχο επιχειρησιακό σωματείο και αν δεν υπάρχει με το αντίστοιχο κλαδικό σωματείο ή με την αντίστοιχη ομοσπονδία.
Το άρθρο 17 του Ν.3899/2010 υποχρεώνει στην ουσία τον εργαζόμενο που εργάζεται με σύμβαση μερικής απασχόλησης αν παραστεί ανάγκη για πρόσθετη εργασία πέρα από τη συμφωνηθείσα, να την παράσχει, αν είναι σε θέση να το κάνει και η άρνησή του θα ήταν αντίθετη με την καλή πίστη. Ο μερικώς απασχολούμενος μπορεί να αρνηθεί την παροχή εργασίας πέραν της συμφωνημένης, όταν αυτή η πρόσθετη εργασία λαμβάνει χώρα κατά συνήθη τρόπο.
Αν περιοριστούν οι δραστηριότητές του ο εργοδότης μπορεί, αντί καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, να επιβάλλει σύστημα εκ περιτροπής απασχόλησης στην επιχείρησή του, η διάρκεια της οποίας δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τους εννέα (9) μήνες στο ίδιο ημερολογιακό έτος. Το παράλογο της υπόθεσης είναι ότι δεν τίθενται κριτήρια που θα καθορίζουν την μείωση της οικονομικής δραστηριότητα μιας επιχείρησης αλλά στην ουσία αφήνονται στην κρίση του εκάστοτε εργοδότη. Τέτοια κριτήρια θα μπορούσε π.χ. να είναι η σταδιακή μείωση του τζίρου την τελευταία 3-ετία, η μείωση των κερδών, ακόμη και η εμφάνιση ζημιάς στην τελευταία διαχειριστική περίοδο.
Τέλος η δοκιμαστική περίοδος των δυο (2) μηνών, διάστημα μετά το οποίο ο εργοδότης είχε δικαίωμα να απολύσει ένα μισθωτό με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου χωρίς προειδοποίηση και χωρίς αποζημίωση αυξάνεται σε δώδεκα (12) μήνες με βάσει την παράγραφο 5 του άρθρου 17 του Ν.3899/2010.
Όπως γίνεται αντιληπτό τα δικαιώματα που είχαν αποκτήσει οι εργαζόμενοι μετά μακροχρόνιους αγώνες χάθηκαν στο βωμό της στήριξης της ελληνικής οικονομίας και στο περιβόητου πλέον μνημόνιο. Καλούνται τώρα οι μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα να πληρώσουν για τραγικά λάθη και παραλήψεις του παρελθόντος για τα οποία φυσικά δεν φέρουν καμία απολύτως ευθύνη.
Δημήτριος Χρ. Μιχάλης
Οικονομολόγος