Η επιχείρηση της Δύσης στη Λιβύη είχε σχεδιαστεί ως ένας κεραυνοβόλος πόλεμος (Blitzkrieg). Τώρα μοιάζει περισσότερο με πόλεμο χαρακωμάτων.
Η βασική ιδέα, επί της οποίας υπήρξε συμφωνία στο Συμβούλιο Ασφαλείας, ήταν να σωθεί η Βεγγάζη, στην οποία οι δυνάμεις του Καντάφι απειλούσαν να επιτεθούν «χωρίς έλεος». Ως προς τον στόχο αυτό, η αποστολή εξετελέσθη. Οι αντάρτες μπορεί να μη νίκησαν, αλλά πάντως δεν ηττήθηκαν. Και τώρα;
Η διεθνής κοινότητα κινητοποιήθηκε αργά, ελπίζοντας σε μια νίκη με νοκ-άουτ, χωρίς να έχει σαφείς στρατιωτικούς στόχους, ούτε πολιτικό και στρατιωτικό σενάριο. Κι έπειτα από σχεδόν ένα μήνα επιχειρήσεων, έφτασε σε αυτό που πολλοί προέβλεπαν από την αρχή: το αδιέξοδο. Ελπίδες δεν φαίνονται στον ορίζοντα.
Οι λίβυοι εξεγερμένοι δεν έχουν ένα στρατό που να μπορεί να συντονιστεί με τις αεροπορικές δυνάμεις της συμμαχίας, και οι μόνοι επαγγελματίες στρατιώτες στο έδαφος είναι εκείνοι του Καντάφι. Επιπλέον, η απουσία σαφούς στράτευσης από την πλευρά των αραβικών ή αφρικανικών χωρών στερεί την επιχείρηση από την επιπλέον νομιμότητα που χρειαζόταν. Οι χώρες αυτές κάνουν σαν το πρόβλημα της Λιβύης να μην είναι δικό τους, αλλά δικό μας.
Στο πεδίο των μαχών, η εξίσωση είναι απλή: οι αντάρτες δεν μπορούν να κατακτήσουν τη δυτική Λιβύη και οι δυνάμεις του Καντάφι, που δέχονται πυρά της διεθνούς συμμαχίας, δεν μπορούν να ανακαταλάβουν την Ανατολή. Υπάρχει λοιπόν ένας αυξημένος κίνδυνος διχοτόμησης της χώρας.
Οσο για τις πολιτικές προοπτικές, δεν είναι πολύ ελκυστικές. Αν το δικαίωμα της επέμβασης, η «ευθύνη της προστασίας», καταλήξουν σε μια απλή μεταβίβαση των εξουσιών από τον τύραννο σε έναν από τους γιους του, τότε ο πόλεμος αυτός θα έχει χαθεί.
Ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ δεν σταματά να επαναλαμβάνει ότι «δεν υπάρχει στρατιωτική λύση σε αυτή τη σύγκρουση», και ότι «η πολιτική λύση είναι υπόθεση του λιβυκού λαού». Αυτή ακριβώς η πολιτική λύση θα συζητηθεί μεθαύριο στην Ντόχα από την «ομάδα επαφής» που δημιουργήθηκε στις 29 Μαρτίου στο Λονδίνο για τη διαχείριση της κρίσης. Η ομάδα αυτή αποτελείται από τη Γαλλία, τη Βρετανία, τις Ηνωμένες Πολιτείες, το Κατάρ, αλλά και χώρες που διατηρούσαν από την αρχή επιφυλάξεις όπως η Ιταλία, η Γερμανία και η Τουρκία.
Η ώρα αυτή ανήκει λοιπόν στους μεσολαβητές, παρατηρεί ο Μαρκ Σεμό στη Liberation. Μια αντιπροσωπεία της Αφρικανικής Ενωσης με επικεφαλής τον νοτιοαφρικανό πρόεδρο Τζέικομπ Ζούμα έφτασε χτες το βράδυ στην Τρίπολη σε μια προσπάθεια να επιτύχει κατάπαυση του πυρός. Η τουρκική κυβέρνηση, το μόνο μέλος του ΝΑΤΟ που έχει διατηρήσει επαφές με τη Λιβύη, ενεργοποιείται εδώ και πολλές ημέρες. Ο πρωθυπουργός Ερντογάν πρότεινε την Πέμπτη το βράδυ έναν «οδικό χάρτη» που προβλέπει άμεση κατάπαυση του πυρός, τη δημιουργία ανθρωπιστικών διαδρόμων και την έναρξη μιας διαδικασίας δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων που θα καταλήξει στη διεξαγωγή ελεύθερων εκλογών. Το Εθνικό Μεταβατικό Συμβούλιο της Λιβύης, όμως, απορρίπτει κάθε συμβιβασμό με τον Καντάφι και το περιβάλλον του, «που έχουν αίμα στα χέρια τους».
Το πρόβλημα είναι ότι το Συμβούλιο δεν έχει αληθινά χαρτιά στα χέρια του. Οι νέες μάχες που έγιναν το Σαββατοκύριακο ανάμεσα στις δυνάμεις του Καντάφι και τους αντάρτες κοντά στην Αζνταμπίγια επιβεβαιώνουν κάτι που οι δυτικές δυνάμεις θα έπρεπε να έχουν καταλάβει από την αρχή: οι αντάρτες δεν αποτελούν μια μάχιμη δύναμη.
Μπορεί να έδιωξαν τους αξιωματούχους του Καντάφι από τη Βεγγάζη, αλλά στο πεδίο των μαχών το μόνο που κάνουν είναι να οπισθοχωρούν. Αν στη Λιβύη γίνεται σήμερα ένας πόλεμος, τονίζει σε κύριο άρθρο της η Guardian, τα αντίπαλα στρατόπεδα είναι οι αεροπορικές δυνάμεις του ΝΑΤΟ και οι χερσαίες δυνάμεις του Καντάφι.
Ούτε η εκπαίδευση των ανταρτών από τους ξένους πράκτορες θα κάνει καμιά διαφορά. Ακόμη χειρότερη λύση θα είναι η παράδοση βαρέος οπλισμού σε μια δύναμη με πολύ φτωχή διοίκηση και έλεγχο. Οι αντάρτες πηγαινοέρχονται σε μια ακτογραμμή μήκους 150 χιλιομέτρων, χρησιμοποιώντας όπλα που οι περισσότεροι απ’αυτούς δεν ξέρουν πώς λειτουργούν. Αν δοκιμάσουν να κάνουν το ίδιο με τανκς και βαρύ πυροβολικό, σύντομα θα τα χάσουν.
Αλλά και το ΝΑΤΟ πλησιάζει στα όριά του, ύστερα κι από τη δεύτερη φορά σε διάστημα μικρότερο της μιας εβδομάδας που πολεμικά του αεροσκάφη έπληξαν φιλικούς στόχους. Ο βρετανός υποδιοικητής της επιχείρησης δήλωσε την Παρασκευή ότι δεν είχε ενημερωθεί πως οι αντάρτες θα χρησιμοποιούσαν τανκς.
Είναι λοιπόν πιθανό ότι οδηγούμαστε σε ένα αποτέλεσμα όπου τόσο ο Καντάφι όσο και οι γιοι του θα παραμείνουν στις θέσεις τους. Το αποτέλεσμα αυτό είναι θλιβερό, σημειώνει η Guardian. Αλλά εκεί οδηγείται η σύγκρουση.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ